Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν καταγράφεται σήμερα από το σύνολο των γερμανικών ΜΜΕ
«Ο Μπάιντεν μιλάει για γενοκτονία», είναι ο τίτλος του ρεπορτάζ του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, όπου επισημαίνεται ότι οι αμερικανοί Πρόεδροι, «από τακτ προς την σύμμαχο στο ΝΑΤΟ Τουρκία», είχαν αποφύγει να αναγνωρίσουν την σφαγή των Αρμενίων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ως γενοκτονία. Ο Πρόεδρος Μπάιντεν «επιλέγει έναν άλλο δρόμο – προς εκνευρισμό των Τούρκων», αναφέρει το ARD και παραθέτει απόσπασμα της δήλωσης του Προέδρου των ΗΠΑ, ενώ υπενθυμίζει ότι εκτός από την Αρμενία πολλές χώρες – μεταξύ των οποίων και η Γερμανία από το 2016 – αναγνωρίζουν ως γενοκτονία τις φρικαλεότητες σε βάρος των Αρμενίων που άρχισαν πριν από 106 χρόνια.
Η Τουρκία ως διάδοχο κράτος, διευκρινίζει το ρεπορτάζ, παραδέχεται τον θάνατο 300.000 – 500.000 Αρμενίων και εκφράζει τη λύπη της, αλλά απορρίπτει αυστηρά τον χαρακτηρισμό των γεγονότων ως γενοκτονία. «Η κίνηση του Μπάιντεν αναμένεται επομένως να επιβαρύνει σημαντικά τις σχέσεις των δύο χωρών», τονίζει και αναφέρεται στην αντίδραση της ‘Αγκυρας.
«Ο Μπάιντεν αναγνωρίζει την σφαγή των Αρμενίων ως γενοκτονία», είναι ο τίτλος του ρεπορτάζ του γερμανόφωνου προγράμματος της Deutsche Welle, στο οποίο σημειώνεται ότι ο αμερικανός Πρόεδρος αποδέχεται συνειδητά το γεγονός ότι θα υπάρξει αναπόφευκτα ένταση με τον τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν. Υπενθυμίζεται μάλιστα ότι με την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από το γερμανικό Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο το 2016 προκλήθηκε σοβαρή διπλωματική κρίση στις σχέσεις με την Τουρκία, ενώ επισημαίνεται ότι η Γαλλία αναγνώρισε τη Γενοκτονία το 2001 και ο γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ανακήρυξε το 2019 επίσημα την 24η Απριλίου ως Ημέρα Μνήμης της.
Στην επιβάρυνση που θεωρείται ότι θα προκαλέσει για τις ήδη τεταμένες αμερικανο-τουρκικές σχέσεις η δήλωση του Τζο Μπάιντεν αναφέρεται και η Sueddeutsche Zeitung, η οποία υπογραμμίζει μεταξύ άλλων ότι ο αμερικανός Πρόεδρος ουσιαστικά εκπλήρωσε μια προεκλογική δέσμευσή του, αλλά και ότι το Κογκρέσο είχε αναγνωρίσει με ένα συμβολικό ψήφισμα την Γενοκτονία το 2019, με τον Ντόναλντ Τραμπ να απαντάει τότε ότι δεν επρόκειτο να αλλάξει η στάση των ΗΠΑ. Επιπλέον, η εφημερίδα της Βαυαρίας παραθέτει τη δήλωση του Προέδρου της Bundestag Νόρμπερτ Λάμερτ το 2019, όταν ψηφίστηκε η αναγνώριση της Γενοκτονίας: «Η σημερινή κυβέρνηση στην Τουρκία δεν είναι υπεύθυνη για τα γεγονότα κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά θα είναι συνυπεύθυνη για όσα συμβούν στο μέλλον σε σχέση με αυτά», είχε δηλώσει ο κ. Λάμερτ.
Ανάλογο είναι και το δημοσίευμα της Frankfurter Allgemeine Zeitung, η οποία προβλέπει επιβάρυνση των σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας, αλλά επισημαίνει και το τηλεφώνημα του Τζο Μπάιντεν στον Ταγίπ Ερντογάν. «Τόσο η ‘Αγκυρα όσο και η Ουάσιγκτον δείχνουν να προσπαθούν να παρουσιάσουν τις θετικές πτυχές των σχέσεών τους. Οι δύο Πρόεδροι αναμένεται να συναντηθούν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, στις 14 Ιουνίου, στις Βρυξέλλες.
Για ένα βήμα «που δείχνει πόσο άσχημες είναι οι σχέσεις μεταξύ των δύο συμμάχων στο ΝΑΤΟ» περιγράφει την χθεσινή δήλωση του Προέδρου των ΗΠΑ η «Neue Zuercher Zeitung» της Ελβετίας και αναφέρει ότι για την Τουρκία επρόκειτο για «φρικαλεότητες πολέμου». Και η ΝΖΖ επισημαίνει ότι «λόγω της ευαισθησίας της τουρκικής κυβέρνησης» για το θέμα, πολλοί αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων κατά το παρελθόν «έκαναν εντυπωσιακούς ελιγμούς όταν αναφέρονταν στην μοίρα των Αρμενίων». Αυτό ωστόσο έχει αλλάξει, τονίζεται, «με την ολοένα και πιο αυταρχική και επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας υπό κυριαρχία του σημερινού Προέδρου. Το φράγμα όμως έχει σπάσει και πολλές κυβερνήσεις και κοινοβούλια έχουν αναγνωρίσει πλέον ως γεγονός την Γενοκτονία των Αρμενίων».
Η εφημερίδα της Ζυρίχης αναφέρει ακόμη την διαφορετική στάση που είχε επιδείξει για το θέμα ο τέως Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ενώ εξηγεί πώς η σχέση Ουάσιγκτον – ‘Αγκυρας επιβαρύνεται από την διαρκώς κλιμακούμενη συμπεριφορά του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος «στα δυτικά μάτια, όχι μόνο παραβιάζει συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά ασκεί και αδίστακτη πολιτική εξουσίας προς την Ευρώπη, στις πλάτες των προσφύγων. Επιπλέον, μερικές φορές φλερτάρει ανοιχτά με την Μόσχα, κάτι που οι Ρώσοι καλωσορίζουν ιδιαίτερα, υπό την έννοια της αποδυνάμωσης του Βορειοατλαντικού Συμφώνου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης».